Περπατούσε στο πεζοδρόμιο κι ούτε που έδινε σημασία στο πού πήγαινε ή σε όσους περνούσαν δίπλα του. Χαμένος στις σκέψεις του, το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν τα μάτια της, το πρόσωπο της, το χαμόγελο της. Πώς μπόρεσε να την αφήσει να φύγει τόσο εύκολα; Πώς μπόρεσε να αφήσει να διαλυθεί ο κόσμος του ολόκληρος τόσο απλά; Γιατί όλος του ο κόσμος ήταν εκείνη...
Το μόνο που θα ήθελε ήταν να είχε τη δυνατότητα να γυρίσει πίσω σε εκείνη τη νύχτα. Να μπορέσει να την δει ξανά, να την αγγίξει, να την παρακαλέσει.. να αλλάξει τα δεδομένα. Το μόνο που λαχταρούσε η ψυχή του ήταν να χαθεί ξανά στο βλέμμα της, να νιώσει και πάλι τη ζεστασιά του κορμιού της, να αφεθεί ξανά στο ρυθμό της ανάσας της και στη μυρωδιά της.. Πόσο ανόητα μπορεί να λειτουργήσει ο ανθρώπινος νους καμιά φορά... Αφήνει να χαθεί το πιο σημαντικό για το πιο ασήμαντο, χωρίς να δώσει σημασία στην καρδιά και στη ψυχή...
Βυθισμένος στα θέλω του, έστριψε στη γωνία του δρόμου και μη προσέχοντας πού πηγαίνει, έπεσε πάνω στο άτομο που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση. Σηκώνοντας το βλέμμα του για να ζητήσει συγγνώμη, τα μάτια του συνάντησαν τα δικά της κι ένα χαμόγελο ζωγραφίστηκε στα χείλη του.
Κι όμως...