Δεν μπορείς να νικήσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.
Δεν μπορείς να πολεμήσεις τους εχθρούς που 'χεις μέσα σου.
Μπορείς να τους αγκαλιάσεις, να τους γνωρίσεις, να τους αγαπήσεις.
Να μάθεις να ζεις με αυτούς και να δέχεσαι τα λάθη τους.
Όχι με βία, αλλά με αγάπη, μόνο έτσι θα καταφέρεις κάποτε να τους εξοντώσεις.
Αγάπησε τη σκοτεινή σου πλευρά, μετράει πιο πολύ από το να αγαπάς το "στιλιζαρισμένο" εγώ σου...

Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2010

Νέος δρόμος...

Νύχτες και μέρες απέκτησαν φως
κρύο και ζέστη χαθήκαν στην αύρα
ότι με έπνιγε έγινε λυγμός
κι όλες οι σκέψεις μου πετάξαν τα μαύρα

Κόπασε ο άνεμος κι ήρθε η βροχή
ξεχάστηκε ο νους μου μέσα σ' αυτή
αυτόβουλο βήμα στο πουθενά
μα η καρδιά ελεύθερη τώρα γυρνά

Η μνήμη ξυπνά ένα φιλί γλυκό
νοσταλγία στο κορμί για το τρυφερό το χάδι
ονειροβάτης ξανά σε τοπίο μαγικό
ξημέρωσε μόλις κι είναι κιόλας βράδυ

Μα είμαι μικρή, πολύ μικρή για ν' αντέξω
ατέρμονους κύκλους η ζωή κάνει
δεν φτάνει ποτέ, όπου κι αν φτάνει
μα πήρα το δρόμο της ψυχής και θα τον τρέξω...

Κι έτσι για λίγο μεγάλη θα μοιάζω..

Δευτέρα 13 Σεπτεμβρίου 2010

Δύσκολη Νύχτα...

Πήρε το στυλό στα χέρια της κι άρχισε να γράφει. Να γράφει όσα είχε μέσα της καιρό. Και οι λέξεις έγιναν παράπονο που την έθλιβε, οι φράσεις έγιναν λυγμοί που την έπνιγαν, οι αράδες έγιναν μαχαίρια που πλήγωναν τις αναμνήσεις της. Έγραφε, έγραφε, έγραφε... σε μια απόπειρα να μεταφέρει για λίγο το βάρος που πλάκωνε την ψυχή της. Ώσπου σώθηκαν τα λόγια της και καταλάγιασε κάπως το θηρίο μέσα της. Όχι πως είχε σκοπό να φτάσει αυτό στα δικά του χέρια, αλλά ήταν για την ίδια ένας τρόπος να ξεσπάσει. Γιατί τις τελευταίες μέρες ένιωθε εγκλωβισμένη, φυλακισμένη από τον ίδιο της τον εαυτό, που έφερνε μπροστά της μονίμως τη θύμιση του. Και έπρεπε κάπου να εκτονωθεί. Και αφού ένιωθε μόνη από ανθρώπους, έβγαλε το ξέσπασμα της στο χαρτί..

Ώρες τώρα τριγυρνούσε στα στενά της πόλης και τους διαδρόμους του μυαλού του. Χαμένος στις σκέψεις του. Παραδομένος σε ένα ατέρμονο ταξίδι στα "γιατί" που τον κύκλωναν. Γιατί άφησαν να φτάσουν ως εκεί; Γιατί κατέληξαν να μην έχουν από πού να κρατηθούν για να συνεχίσουν; Γιατί δεν γνώριζαν πλέον τον τρόπο να διορθωθεί ότι είχε σπάσει; Αρκούσε άραγε μια λέξη; ένα χάδι; μια συγγνώμη; Ή μήπως τίποτα δεν ήταν πλέον αρκετό; Μήπως ότι είχαν είχε χαθεί για πάντα πια;... Όχι. Δεν μπορούσε έτσι απλά να την αφήσει να βγει από τη ζωή του. Τίποτα δεν είχε τελειώσει. Όχι πριν να είναι σίγουρος ότι έχει κάνει τα πάντα για να το αποτρέψει..

Το κουδούνι χτυπούσε επίμονα. Το ξενύχτι όμως και τα δάκρυα την είχαν οδηγήσει σε έναν γλυκό ατάραχο ύπνο. Ξύπνησε απότομα και σηκώθηκε μεμιάς. Πριν φτάσει στην πόρτα κοίταξε το είδωλο στον καθρέφτη, για να αντικρύσει ένα πρόσωπο κουρασμένο από τις σκέψεις και πρησμένο από το κλάμα. Ποιος θα την έβλεπε σε τέτοιο χάλι; Άνοιξε τελικά και μπροστά της εμφανίστηκε εκείνος. Αποφασισμένος πλέον και σίγουρος, έτοιμος να δώσει ένα τέλος.. και ίσως μια νέα αρχή...

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

Όνειρο Θερινής Νυχτός...


Καθισμένη στην ακρογιαλιά, βρέχω τα πόδια μου στο δροσερό νερό.. Μυρίζω την αλμύρα της θάλασσας και την αφήνω να με ταξιδέψει.. να με ξεβράσει στα βάθη του μυαλού μου και τις χαμένες αναμνήσεις μου. Αναπολώ χαρούμενες στιγμές, περασμένες εικόνες.. και τις συνδυάζω με καινούρια τοπία και φρέσκες ιστορίες.. Αντικρύζω τους ανθρώπους γύρω μου με ενθουσιασμό.. παλιούς και νέους γνώριμους, σημαντικούς και ασήμαντους, μέρος όπως και να 'χει της μνήμης μου... Αναβιώνω αξέχαστα γεγονότα και τα εμπλουτίζω με νέες "περιπέτειες"... Και κάπου εκεί που έχω χαθεί μεταξύ του τότε και του τώρα, κάτι παράξενο συμβαίνει...
Σηκώνομαι από τον ήχο του ξυπνητηριού, σε μία ώρα πρέπει να είμαι στη δουλειά.. Άλλο ένα όνειρο θερινής νυχτός έφτασε στο τέλος του.. Έμεινε όμως το χαμόγελο στα χείλη μου.. Καλημέρα...

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Περίπατος στη βροχή...



Σήκωσε το μάτια της στον ουρανό και άφησε τις σταγόνες της βροχής να δροσίσουν το πρόσωπο της.. να γίνουν μάσκα και να κρύψουν τα δάκρυα της... Έπειτα συνέχισε να περπατά, χωρίς να έχει ωστόσο κάπου να πάει.. Τίποτα να φτάσει.. τίποτα να περιμένει... Απόψε ήταν απλώς εκείνη και οι σκέψεις της.. και ίσως να μην ήταν και η καλύτερη συντροφιά που θα μπορούσε να έχει... Γιατί πολλές φορές ο χειρότερος εχθρός μας είναιο ίδιος μας ο εαυτός κι αυτά που μοραζόμαστε μαζί του κάτι τέτοιες ώρες...Κάπως έτσι πνιγόταν κι εκείνη ετούτη τη νύχτα μέσα στη δύνη του μυαλού της, ψάχνοντας να βρει απαντήσεις, αιτίες, αφορμές, δικαιολογίες.. κάτι...
Την ηρεμούσε το περπάτημα. Αν καθόταν κλεισμένη μέσα σε τέσσερις τοίχους τέτοιες στιγμές θα έσκαγε... Και τι τύχη που έβρεχε απόψε.. Τη λάτρευε τη βροχή... Ένιωθε σαν να έπαιρνε ένα κομμάτι της με τις στάλες, σαν να ξαλάφρωνε λίγο... Περασμένη η ώρα κι ούτε που έδινε σημασία που βρισκόταν. Συνέχισε να προχωράει, βυθισμένη.. στο πουθενά... Δεν την ένοιαζε να γυρίσει πίσω, δεν λογάριαζε τι ώρα ήταν, ή το γεγονός ότι η βροχή δυνάμωνε σιγά σιγά... Συνέχισε απλά να περπατάει...
Μέχρι που ένιωσε ένα άγγιγμα από πίσω της.. Γύρισε και ίσα που πρόλαβε να δει το πρόσωπο του πριν τη φιλήσει... Την έσφιξε στην αγκαλιά του... Ήξερε ότι της άρεσαν οι βόλτες στη βροχή, παρ' όλα αυτά απόρησε που την βρήκε τόσο μακριά να τριγυρίζει μόνη...
Δεν χρειαζόταν να του πει τίποτα. Ήταν εκεί.. μαζί της, κι αυτό αρκούσε για την ώρα... Αρκούσε για να την κάνει να βγει από τις ακέψεις της και να χαθεί στο βλέμμα του... Του κράτησε το χέρι σφιχτά και πήρε το δρόμο της επιστροφής, απολαμβάνοντας τη βροχή μαζί του..κι όχι μόνη...


Τρίτη 2 Μαρτίου 2010

Εμμονή...



Προσπάθησα να βρω διέξοδο σε ότι συνήθιζε να μου δίνει ζωή. Χάθηκα σε μονοπάτια ατελείωτα, που υποτίθεται θα ξαλαφρώναν το μυαλό μου. Πλανεύτηκα από κούφια λόγια και υποσχέσεις μιας νυχτιάς, ψάχνοντας παντού τον τρόπο να γαληνέψει η ύπαρξη μου. Δέσμια της λογικής μου, φυλακισμένη του πρέπει μου, απεγνωσμένα κυριεύτηκα από μια δίψα για αλλαγή. Επιχείρησα ξανά, και ξανά, και ξανά, να αποδείξω στον ίδιο μου τον εαυτό πως ότι σκέφτομαι είναι κτήμα μου κι ότι αποφασίζω συνείδηση μου. Άσκοπα ξοδεύτηκα σε σκιές που έμειναν σκιές, σε ανθρώπους που έγιναν σκιές και σε σκιές που δεν μπόρεσαν ποτέ να φερθούν σαν άνθρωποι. Αναλώθηκα σε εφήμερες, καλουπωμένες, συσκευασμένες ευτυχίες. Παραδομένη στον κόσμο που έχτισα με το ψέμα μου, στροβιλιζόμουν σε στιγμές μεταμφιεσμένες σε γαλήνη, σε λέξεις μεταμορφωμένες σε αγάπη, σε χάδια που παρίσταναν τον έρωτα.
Μάταια... Γιατί, ότι κι αν κάνω, το μόνο που κυριεύει το μυαλό και το είναι μου, είναι το βλέμμα σου...

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

"Happiness only real when shared..."

I now walk into the wild...




Have no fear for when I'm alone
I'll be better off than I was before

I've got this light
I'll be around to grow
Who I was before I cannot recall

Long nights allow me to feel..
I'm falling..I am falling
The lights go out
Let me feel I'm falling
I am falling safely to the ground

I'll take this soul that's inside me now
Like a brand new friend I'll forever know

I've got this light
And the will to show
I will always be better than before

Long nights allow me to feel..
I'm falling..I am falling
The lights go out
Let me feel I'm falling
I am falling safely to the ground...





"We are, finally, all wanderers in search of knowledge. Most of us hold the dream of becoming something better than we are, something larger, richer, in some way more important to the world and ourselves. Too often, the way taken is the wrong way, with too much emphasis on what we want to have, rather than what we wish to become."
Louis L' Amour - Education Of A Wandering Man



"Circumstance has no value. It is how one relates to a situation that has value. All the meaning resides in the personal relationship to a phenomenon, what it means to you."
Chris McCandless - Personal journey´s journal








"I have lived through much, and now I think I have found what is needed for happiness. A quiet secluded life in the country, with the possibility of being useful to people to whom it is easy to do good, and who are not accustomed to have it done to them; then work which one hopes may be of some use; then rest, nature, books, music, love for one's neighbor - such is my idea of happiness. And then, on top of all that, you for a mate, and children perhaps - what can more the heart of man desire?"
Leo Tolstoy - Family Happiness




"Happiness only real when shared"...

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Για μια νύχτα...


Τι γίνεται όταν γυρνάς σε όσα πέρασαν για μία μόνο νύχτα; Όταν ξαναζείς όσα προσπάθησες καιρό να σβήσεις για ένα βράδυ; Όταν αγγίζεις το γνώριμο αυτό πρόσωπο, όταν φιλάς αυτά τα χείλη που τα νιώθεις δικά σου πια, όταν χαϊδεύεις το σώμα που έχεις μάθει πια σπιθαμή προς σπιθαμή... αυτό το σώμα που μπορείς να κρατήσεις μόνο γι' απόψε, μιας κι από αύριο θα το χάσεις ξανά...
Κι όμως... το κάνεις παρ' όλα αυτά, γιατί πλέον ξέρεις. Ξέρεις πως σου αρκούν αυτές οι στιγμές, σου αρκεί αυτό το ακατανίκητο συναίσθημα πόθου που σε καταβάλλει όταν γέρνει πάνω σου, αυτό το χάδι στο λαιμό που ξυπνάει τις αισθήσεις σου, αυτό το φιλί που σχεδόν σε ναρκώνει κι αυτό το βλέμμα που σε μαγνητίζει και σου φωνάζει "Σε θέλω..αχ πόσο σε θέλω"...
Μα πάνω απ' όλα, ξέρεις πως μ' αυτό το σώμα δίπλα σου αισθάνεσαι ασφαλής, είσαι ο εαυτός σου, χωρίς ντροπή, χωρίς αμφιβολίες, χωρίς δεύτερες σκέψεις... Γιατί όσο μακριά σου κι αν βρίσκεται πια, αυτό το σώμα σε καταλαβαίνει, σε γνωρίζει και σε διαβάζει καλύτερα από κάθε άλλο...
Κι όλα αυτά σου αρκούν γιατί, αφού δεν μπορείς να το έχεις αλλιώς ικανοποιείσαι με το να το έχεις έτσι. Σου αρκούν γιατί σου αρέσει να ζεις αυτές τις στιγμές όταν σου προσφέρονται... Ίσως σου φέρνουν σκέψεις στο μυαλό, ίσως ξυπνάνε θύμησες, όμως αυτά όλα σβήνουν γρήγορα μπροστά σε αυτό που ζεις...
Κι εδώ κρύβεται το πιο δύσκολο ερώτημα. Αξίζει άραγε;...
Ίσως να ζω σε μια ουτοπία, ίσως και να κοροϊδεύω τον εαυτό μου, αλλά έτσι νομίζω.. Αξίζει...

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2010

Τέλος...


Μπήκε στο σπίτι μουσκεμένη ως το κόκκαλο, στάζοντας πάνω στη μαύρη μοκέτα. Είχε αρχίσει να βρέχει ξαφνικά, όμως αυτό δεν την εμπόδισε να περπατήσει ως εκεί. Θα μπορούσε να έχει φτάσει και στην άλλη άκρη της πόλης χωρίς καν να το καταλάβει. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει, αλήθεια, τις σταγόνες της βροχής από τα δάκρυα της. Το νερό της απρόσμενης καταιγίδας είχε γίνει ένα με τον πόνο των ματιών της.
Άρχισε να πετάει ένα ένα τα βρεγμένα ρούχα από πάνω της, χωρίς να μπορεί να ξεφορτωθεί το ίδιο εύκολα και τις σκέψεις της... Πώς μπόρεσε να φερθεί με αυτό τον τρόπο; Πώς άντεξε να της μιλήσει έτσι; Μετά από όλα όσα της είχε κάνει, είναι δυνατόν να είχε το θράσος να απαιτεί σεβασμό;...
Χώθηκε γρήγορα κάτω από το ντους, μήπως κατάφερνε να ζεστάνει το σώμα της και να ηρεμήσει την καρδιά της... Και μήπως δεν του τα είχε δώσει όλα; Τα πάντα του έδωσε. Του αφιέρωσε τη ψυχή της, το μυαλό της, το είναι της ολόκληρο... Και ήταν πάντοτε εκεί για να τον περιμένει. Τον περίμενε να γυρίσει κοντά της. Για να την κεράσει κι άλλα δάκρυα, κι άλλες ξάγρυπνες νύχτες, νέα θλίψη να συντροφεύει την παλιά.
Το ζεστό νερό χάιδευε το κορμί της και μαλάκωνε την οργή της. Τόσος χρόνος που έμοιαζε χαμένος, τόση υπομονή για το τίποτα, τόσα όνειρα που έμειναν όνειρα και τόσες υποσχέσεις που ξεχάστηκαν στα λόγια. Πόσο άξιζαν άραγε;...
Βγήκε από τη μπανιέρα, τυλίχτηκε με το μπουρνούζι της και, αφού απομάκρυνε με την παλάμη της τη θαμπάδα από τον καθρέφτη, έμεινε να παρατηρεί το πρόσωπο που εμφανίστηκε απέναντι της. Αυτό το θλιμμένο, το κουρασμένο από τα ψέμματα, το τόσο ταλαιπωρημένο πρόσωπο...
Κι αφού έριξε μια τελευταία αποφασιστική ματιά στον εαυτό της, έγραψε στον καθρέφτη της τη μικρή αυτή λέξη.. να της θυμίζει πόσα πέρασε, πόσα πήρε, πόσα έχασε, και κυρίως πόσα θα έρθουν. Αυτή η λέξη θα έμενε εκεί, μέχρι να σιγουρευτεί πως τη νιώθει ως τα μύχια της ψυχής της. Αυτή η μία λέξη:
Τέλος...

Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

Πάντα κάτι θα υπάρχει, να με γυρνάει εκεί που ήμουν πριν χαθώ...


Βαρέθηκα πια, δεν θα σε ξαναρωτήσω. Δικαιολογίες φτηνές δεν θα σ' αφήσω να μου δώσεις κι ούτε ευκαιρία να με πληγώσεις. Μπορεί να ήρθε η στιγμή να τα πληρώσεις. Αλήθεια λέω, αποφάσισα να φύγω, να χαθώ. Κι ας πας στο διάολο, μπορεί να λυτρωθώ μακριά από σένα. Κι όπου θέλει η ζωή μου ας με πάει, γιατί ούτε εκείνη ρε δε μ' αγαπάει. Μα δε με νοιάζει, για μένα απόψε έξω βρέχει, για τη ψυχή μου που άλλο ψέμα δεν αντέχει. Κι όπως σε βρήκα, έτσι σ' αφήνω, το ίδιο βλάκα. Αυτή τη φορά δε κάνω πλάκα. Όταν ξυπνήσεις θα σου λείπει πια το θύμα. Χωρίς σκλάβο ο αφέντης, πω πω κρίμα! Τι θ' απογίνει; Πού θα ξεσπάσει; Τι θα βρίζει; Τώρα στο κόσμο του μονάχος θα γυρίζει.
Δε μου βγαίνει ούτε ένα δάκρυ πάλι λίγο πριν χαθώ.
Γι' αυτό κράτα μια μου ανάσα να την έχεις φυλαχτό.
Κι έχεις ανάγκη αυτό το φυλαχτό από μένα, να σου θυμίζει όσα πήγανε χαμένα. Να σου μυρίζει μοναξιά όπου και να 'σαι, ν' ακούς λυγμούς στο μαξιλάρι όταν κοιμάσαι. Να σε φυλάει απ' τον κακό σου εαυτό. Ναι, το πιο καλό είναι αυτό. Να σε κάνει να λυπάσαι για όσα νόμιζες ωραία, να χορεύουνε οι τύψεις με τις σκέψεις σου παρέα. Μου φτάνει να θυμάσαι όσα είχες πει. Το τελευταίο δώρο από μένα η ντροπή. Και μια σταγόνα μες στα χέρια σου απ' τη βροχή, μπορεί να 'ναι κατάρα μπορεί και να 'ναι ευχή. Εσύ θα διαλέξεις, μονάχος σου θα κρίνεις αν θα καταπιείς το δηλητήριο που φτύνεις. Κι αν σου ταιριάζει να θέλει αφέντη η εποχή, κάτσε και άκου τη βροχή.
Θα σου κλείσω μες στα χέρια μια σταγόνα απ' τη βροχή.
Φύλαξε τη, μπορεί να 'ναι μια κατάρα και μια ευχή.

Δε μου βγαίνει ούτε ένα δάκρυ πάλι λίγο πριν χαθώ.
Γι' αυτό κράτα μια μου ανάσα να την έχεις φυλαχτό.
Θα σου κλείσω μες στα χέρια μια σταγόνα απ' τη βροχή.
Φύλαξε τη, μπορεί να 'ναι μια κατάρα και μια ευχή...



Πάντα θα υπάρχει μια νυχτιά που θα σ' έχει δει να κλαις.
Πάντα θα υπάρχει μια ματιά να σου θυμίζει ότι φταις.
Πάντα θα υπάρχει η σιωπή μετά απ' του πόνου τις κραυγές.
Πάντα θα υπάρχει η ντροπή και στις ζεστές τις αγκαλιές.
Πάντα κάτι θα υπάρχει..
για να υπάρχεις κι εσύ.. κι εγώ...