Κατάχαμα στα πόδια μου μπροστά
τα όνειρα μου σκορπισμένα,
τσαλαπατημένες οι μετέωρες ελπίδες.
Μια χούφτα βροχή να ξεπλύνει τις θύμησες,
να ελαφρύνει το βάρος της σκέψης,
να κυλήσει και να χυθεί κάπου στη θάλασσα
παρέα με κάτι ξεχασμένα λόγια.
Ανάσες που μοιάζουν κλεμμένες,
σε ένα τσουβάλι δεμένο ασφυκτιούν,
λίγο ακόμη πριν το τέλος.
Η καρδιά κουνάει το μαντήλι
στη ξεχασμένη τους ζωντάνια.
Κάνει να φύγει, να τρέξει,
να κρυφτεί στο απλό, το εύκολο και το αβίαστο.
Μα η αλήθεια της βρίσκεται εκεί,
της κλείνει το μάτι, την παίρνει από το χέρι.
Αφού ξέρει, την έχει μάθει τώρα πια...
Και να θέλω, δεν μπορώ να μου κρυφτώ...
τα όνειρα μου σκορπισμένα,
τσαλαπατημένες οι μετέωρες ελπίδες.
Μια χούφτα βροχή να ξεπλύνει τις θύμησες,
να ελαφρύνει το βάρος της σκέψης,
να κυλήσει και να χυθεί κάπου στη θάλασσα
παρέα με κάτι ξεχασμένα λόγια.
Ανάσες που μοιάζουν κλεμμένες,
σε ένα τσουβάλι δεμένο ασφυκτιούν,
λίγο ακόμη πριν το τέλος.
Η καρδιά κουνάει το μαντήλι
στη ξεχασμένη τους ζωντάνια.
Κάνει να φύγει, να τρέξει,
να κρυφτεί στο απλό, το εύκολο και το αβίαστο.
Μα η αλήθεια της βρίσκεται εκεί,
της κλείνει το μάτι, την παίρνει από το χέρι.
Αφού ξέρει, την έχει μάθει τώρα πια...
Και να θέλω, δεν μπορώ να μου κρυφτώ...